Στυφάδο photos ερασι τέχνης* η λέξη στυφάδο αποτελεί αντιδάνειο, με απώτερη ελληνική αρχή το αρχ. "τύφω" - "γεμίζω καπνό, ατμό".επομένως είναι συνεπέστερο, η λέξη να ορθογραφείται με "υ".venet. "stufado" - κρέας που σιγοβράζει στον ατμό. ρ. stufar - ζεσταίνω, μαγειρεύω στον ατμό.όμοια αφετηρία έχουν τα αντιδάνεια "σόμπα" και "στόφα" (ξυλόσομπα)ετυμολογικό λεξικό της νέας Ελληνικής, Γ.